κοίος

κοίος
Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ένας από τους Τιτάνες, ενώ σε μεταγενέστερες παραδόσεις αναφέρεται επίσης ως Γίγαντας, μετά τη σύγχυση που επήλθε ανάμεσα σε Τιτάνες και Γίγαντες. Ο Κ. ήταν γιος του Ουρανού και της Γης και σύζυγος της Τιτανίδας Φοίβης, από την οποία απέκτησε τη Λητώ και την Αστερία. Υπάρχουν πολλές απόψεις για την προέλευση του ονόματός του. Ορισμένοι το συνέδεσαν με την Πελοπόννησο, όπου εμφανιζόταν ως κύριο όνομα ή ονομασία ποταμού, και άλλοι με το νησί της Κω, όπου γεννήθηκε η κόρη του, Λητώ. Ετυμολογικά συνδέεται με τα ρήματα κοώ (-άω), που σημαίνει κυβερνώ, κοώ (-έω), που σημαίνει σκέφτομαι, κίω, που σημαίνει προχωρώ κ.ά.
* * *
(I)
κοῑος, -η, -ον (Α)
βλ. ποίος.
————————
(II)
κοῑος, ὁ (Α)
(μτγν
και σχόλ.)
1. (στους Μακεδόνες) ο αριθμός («Μακεδόνες δὲ τὸν ἀριθμὸν κοῑον προσαγορεύουσι», Αθήν.)
(στους Κάρες) το πρόβατο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η σύνδεσή του με τη λ. κοῖον είναι πολύ αβέβαιη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κοῖος — masc nom sg κοῖος masc nom sg ποῖος of what kind? masc nom sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοῖος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοῖον — κοῖος masc acc sg κοῖος neut nom/voc/acc sg κοῖος masc acc sg ποῖος of what kind? masc acc sg (ionic) ποῖος of what kind? neut nom/voc/acc sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοίως — κοῖος adverbial κοῖος masc acc pl (doric) κοῖος masc acc pl (doric) κοί̱ως , ποῖος of what kind? adverbial (ionic) κοί̱ως , ποῖος of what kind? masc acc pl (doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοίου — κοῖος masc/neut gen sg κοῖος masc gen sg κοί̱ου , ποῖος of what kind? masc/neut gen sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοίους — κοῖος masc acc pl κοῖος masc acc pl κοί̱ους , ποῖος of what kind? masc acc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοίῳ — κοῖος masc/neut dat sg κοῖος masc dat sg κοί̱ῳ , ποῖος of what kind? masc/neut dat sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοῖα — κοῖος neut nom/voc/acc pl ποῖος of what kind? neut nom/voc/acc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοῖον — Κοῖος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοίοιο — Κοῖος masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”